|
“Αγιος Βασίλης έρχεται
Καί δέν μάς καταδέχεται
Άπό, άπό τήν Καισαρεία.
Σ’ είσ’ άρχόν-, σ’είσ’ άρχόν- τισσα Κυρία!
Βαστάει πέννα καί χαρτί
Ζαχαροηάντιο ζυμωτή
Χαρτί, χαρτί καί καλαμάρι.
Δές έμέ, σες έμέ, τό παλληκάρι!
Τό καλαμάρι έγραφε
Τή μοΐρα του τήν έλεγε
Καί τό, καί τό χαρτί ωμίλει.
Τό χρυσό, τό χρυσό μας καρυοφύλι!
Άριμηνιά κι ’άρχιχρονιά
Ψηλή μου δενδρολιβανιά,
Κι ’άρχή, Κι ’άρχή καλός μας χρόνος.
Έκκλησιά, έκκλησιά, μέ τ’ άγιο θρόνος!
Άρχή ποΰ βγήκεν ό Χριστός
“Αγιος καί Πνενματικός,
Στή γή, στή γή νά κερπατήσει
Καί νά μάς, καί νά μάς καλοκαρδίσει!
|
|
|
 |
|
|
|